ΕΣΚΙ ΤΖΑΜΙ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
Το Έσκι Τζαμί Κομοτηνής, μεταφράζεται ως το Παλαιό Τέμενος. Είναι ένα οθωμανικό μνημείο το οποίο σύμφωνα με τον Εβλιγιά Τσελεμπή χρονολογείται από το 1608/9 ή το 1677/78 κατά μια επιγραφή. Βρίσκεται στο κέντρο της Κομοτηνής κοντά στο Ιμαρέτ Κομοτηνής.
Σύμφωνα με έκδοση των μουφτειών Ξάνθης, Κομοτηνής, Διδυμοτείχου, το Τέμενος αυτό αν και ονομάζεται "Παλαιό" είναι νεότερο από το Γενί Τζαμί Κομοτηνής (το οποίο ονομάζεται "Νέο Τέμενος"), καθώς χρησιμοποιείται ως πηγή η αφήγηση του Εβλιγιά Τσελεμπή. Ωστόσο, πιθανότερο είναι να είναι πράγματι το πρώτο τζαμί της Κομοτηνής που ιδρύθηκε ως μεστζίτ από τον Γαζή Αχμέτ Εβρενός και αποτελούσε μερος του ευρύτερου συμπλέγματος ευαγών κτηρίων που ενσωμάτωσε στο βακούφι του.
Σε αυτό το σύμπλεγμα ανήκε και το γειτονικό ιμαρέτι, ένα χαμάμ και μια σειρά από καταστήματα που περιέβαλαν τα ιδρύματα αυτά. Ακόμη, σύμφωνα με τον οθωμανικό σαλναμέ (απογραφή) της Αδριανούπολης του 1892 στο τζαμί υπήρχε επιγραφή σε μη οθωμανική γλώσσα και πιθανολογείται ότι στη θέση του αρχικού μεστζίτ που ίδρυσε ο Εβρενός υπήρχε βυζαντινός ναός. Το τζαμί ανακαινίστηκε για πρώτη φορά το 1854.
Κατά την έκδοση της μουφτείας, οι Βούλγαροι τη δεκαετία του 1910 μετέτρεψαν το Τέμενος σε εκκλησία και κατέστρεψαν μέρος του μιναρέ (μέχρι το εξώστη σερεφέ). Το Τέμενος επιστράφηκε στην μουσουλμανική μειονότητα κατά το 1919-20, υπό την Γαλλική διοίκηση της Κομοτηνής και τότε ανοικοδομήθηκαν ο κατεδαφισμένος μιναρές και οι σημερινοί 2 εξώστες. Το 2011 ολοκληρώθηκε η εξωτερική ανακαίνιση του Τεμένους.
ΓΕΝΙ ΤΖΑΜΙ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
Το Γενί Τζαμί Κομοτηνής, μεταφράζεται ως το Νέο Τέμενος είναι ένα οθωμανικό μνημείο το οποίο σύμφωνα με τη μουφτεία, χρονολογείται από το 1585 ή σωστότερα, αν κρίνουμε από το όνομα του ιδρυτή του, λίγο μετά το 1600. Βρίσκεται στο κέντρο της Κομοτηνής και δίπλα βρίσκεται η Μουφτεία της Ροδόπης. Το Τέμενος έχει τετράγωνη αίθουσα προσευχής και αρχιτεκτονικά έχει επηρεαστεί από την αισθητική του νεοκλασσικισμού. Δίπλα στο Τζαμί εφάπτεται ο Πύργος του Ωρολογιού και σε γειτονικούς χώρους έχουν βρεθεί τμήματα οθωμανικού χαμάμ.
Η ίδρυσή του αποδίδεται στον Αχμέτ Πασά Εκμεκτζόγλου αρχιντεφτερδάρη (υπεύθυνος επί των οικονομικών) το διάστημα 1606-1613 του σουλτάνου Αχμέτ Α' (1603-1617) και Οσμάν Β' (1618-1622). Το τζαμί ήταν μέρος του βακουφιού του Εκμεκτζόγλου Αχμέτ και περιελάμβανε ιεροδιδασκαλείο (μεντρεσέ), ένα διπλό χαμάμ και ένα μεκτέμπ (σχολείο βασικής εκπαίδευσης). Η σημερινή μορφή συμπεριλαμβάνει και την διερεύνηση η οποία έγινε το 1902. Το διάστημα 2007-8 έγινε ανακαίνιση. Ερείπια του χαμάμ Αχμάντ Πασά βρίσκονται ανατολικά του Τζαμιού στην πλατεία Ήφαιστου και καταλαμβάνει ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο. Η περιοχή όπου βρίσκεται το χαμάμ είναι ιδιοκτησία της Μουφτείας Κομοτηνής. Η αρχαιολογική υπηρεσία μέχρι στιγμής δεν έχει κάνει καταγραφή ή ανασκαφική έρευνα.
ΤΕΜΕΝΟΣ ΜΕΧΜΕΤ Α΄
Το Τέμενος Μεχμέτ ή Τέμενος Βαγιαζήτ είναι μουσουλμανικό τζαμί στο Διδυμότειχο που ολοκληρώθηκε επί σουλτάνου Μεχμέτ Α' (1413-1421) και εγκαινιάστηκε το 1420. Έχει χαρακτηρισθεί από τη γενική γραμματέα πολιτισμού της Ελλάδας, Λίνα Μενδώνη, ως το σημαντικότερο ισλαμικό μνημείο της Ευρώπης.
Η ανέγερση του τέμενους Βαγιαζήτ ξεκίνησε επί Βαγιαζήτ Α΄ (1389–1402), αλλά διακόπηκε λόγω της τουρκικής ήττας και του θανάτου του Βαγιαζήτ στη Μάχη της Άγκυρας το 1402 και της ταραγμένης περιόδου που ακολούθησε. Η κατασκευή ξαναξεκίνησε επί του γιου του Βαγιαζήτ Μεχμέτ Α΄ (1413–1421) και εγκαινιάστηκε το Μάρτιο του 1420.
Την οικοδόμησή του, ανέλαβε ο Καδής του Διδυμοτείχου Σεγίντ Αλί και το τζαμί το έκτισε ο Ντογκάν Μπιν Αμπντουλάχ με μηχανικό τον Ιβάζ Μπιν Μπαγεζίντ. Οι τοίχοι του κτιρίου έχουν πάχος περίπου 2,50 μ. και η κύρια είσοδος είναι στην νότια πλευρά. Στην νοτιοανατολική πλευρά βρίσκεται ο επιβλητικός μιναρές ο οποίος αρχικά είχε έναν εξώστη. Το 1913 οι Τούρκοι πρόσθεσαν δεύτερο εξώστη, ψηλότερα από τον πρώτο ξανακτίζοντας το πάνω μέρος του μιναρέ, το οποίο είχε καταρρεύσει.Το τέμενος θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα ισλαμικά μνημεία στην Ευρώπη. Αναφέρεται και ως το μεγαλύτερο σε έκταση (σχεδόν ενός στρέμματος) στο χώρο των Βαλκανίων.
Το τέμενος βρίσκεται στην κεντρική πλατεία του Διδυμότειχου και είναι κηρυγμένο ως διατηρητέο από το 1946. Η αρχική στέγη του μνημείου (του 14ου αιώνα) είναι κατασκευασμένη από ξύλο βελανιδιάς και διατηρείται μέχρι σήμερα, θεωρείται δε από τα σημαντικότερα μνημεία από ξύλο στον κόσμο. Συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της στέγης είναι ότι είναι τριγωνική (σε αντίθεση με άλλα Οθωμανικά τεμένη που η στέγη αποτελείται από τρούλους) και έχει τεχνοτροπία αρχιτεκτονικής των Σελτζούκων. Η ιδιαιτερότητα της στέγης (σύμφωνα με τους μελετητές του μνημείου), ίσως να οφείλεται σε αλλαγή του αρχικού σχεδίου κατασκευής μετά τον θάνατο του σουλτάνου.
Σύμφωνα με το πάχος των τοίχων, ίσως αρχικά στο σχέδιο ήταν να μπουν δύο κεντρικοί θόλοι στον άξονα της εισόδου και άλλοι δύο σκαφοειδείς θόλοι εκατέρωθεν. Κατά τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή το 16ο αιώνα, η ανέγερση καθυστέρησε λόγω της επέλασης των Μογγόλων στην Μικρά Ασία, η οποία δημιούργησε προβλήματα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το μνημείο έχει επίσης μοναδική αξία λόγω της τοιχογραφίας με την ουράνια πόλη (στο ισλάμ δεν επιτρέπονται γραφικές αναπαραστάσεις).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου